Είναι ακόμα Φεβρουάριος. Έξω από το γκαράζ κάνει κρύο, αλλά αυτό είναι το τελευταίο που με νοιάζει αυτήν τη στιγμή. Μέσα επικρατεί ένταση. Είναι η πρώτη φορά που θα οδηγήσω το καινούριο μονοθέσιο.

Μια ομάδα ανθρώπων έχει περικυκλώσει το φετινό μας “καμάρι”, κρατώντας λάπτοπ και σημειώσεις, για να το ζεστάνουν. Ποτέ δεν κατάλαβα όλες αυτές τις περίπλοκες διαδικασίες, όμως καταλαβαίνω από το βλέμμα του αρχιμηχανικού, που φεύγει από τα περίπλοκα πτερύγια και εξαρτήματα του μονοθεσίου για να σταματήσει πάνω μου, ότι μάλλον θα έπρεπε να δώσω λίγη περισσότερη σημασία. Και να μην καταστρέψω το μοναδικό ολοκληρωμένο αυτοκίνητο της ομάδας, μαζί με το πρόγραμμα δοκιμών μας, φυσικά.

Προφανώς, δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνω αυτό. Η έξαψη του καινούριου μονοθεσίου είναι κάτι που έχω νιώσει αρκετές φορές στην καριέρα μου, αλλά ίσως, μετά από τόσα χρόνια στους αγώνες, να διαλέγω να δείχνω τον ενθουσιασμό μου μόνο όταν θα περνάω τη γραμμή του τερματισμού πρώτος, σε κάποια μακρινή χώρα της Ανατολής, κερδίζοντας το πρωτάθλημα. Ας μην τρέχουμε όμως.

Το πρόγραμμα δοκιμών μας έφτασε στο τέλος του. Φέτος κάθομαι λίγο πιο χαμηλά από ότι έχω συνηθίσει. Η αίσθηση είναι περίεργη, όμως με κάνει να νιώθω πιο κοντά στην πίστα. Και χαμηλώνει το κέντρο βάρους, κυρίως. Η πρώτη αίσθηση είναι ενθαρρυντική. Ήδη κάποια πράγματα που με δυσκόλεψαν αρκετά πέρυσι, δείχνουν βελτιωμένα. Γενικά όμως, δεν ξέρω. Το λογισμικό του κινητήρα δεν είναι ακόμα έτοιμο, και μου δίνει απότομες ωθήσεις σε σημεία που δεν περιμένω, οπότε δε μπόρεσα να πιέζω στις εξόδους όπως θα ήθελα. Δεν έχω ακόμα καλή εικόνα της ισορροπίας και των δυνατοτήτων της “’16”, όπως τη λέμε. Τα δεδομένα από την περίτεχνη σχάρα στο ψυγείο, θα τα αναλύσουν τα παιδιά με τους υπολογιστές και τα πολλά πτυχία. Εμένα μέχρι στιγμής αυτό που είδα μου άρεσε. Λίγη δουλειά θέλει ακόμα. Και λιγότερη υποβοήθηση στο τιμόνι.

Μάρτης. Μετά από ένα μήνα δοκιμών, βρισκόμαστε στη Μελβούρνη. Έχει έρθει η ώρα για τις κατατακτήριες. Επιτέλους θα μάθουμε τι έκαναν και οι άλλοι τόσο καιρό. Και κυρίως, αυτός. Το φαβορί. Την Παρασκευή έβρεξε, οπότε δε μπορέσαμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Ούτε οι χρόνοι του χειμώνα βοήθησαν πολύ. Δύο συγκεκριμένες ομάδες ήταν ασυνήθιστα γρήγορες σε χαρακτηριστικά σημεία της πίστας, όμως υπερβολικά αργές στη συνολική διάρκεια του γύρου. Κοιτούσα τα περάσματά τους γελώντας από μέσα μου. “Παλιό κόλπο αυτό”, σκεφτόμουν.

Τώρα όμως δεν υπάρχει χρόνος για σκέψη. Είμαι στην τελευταία στροφή της πίστας, και πρέπει να κάνω καλή έξοδο για να ξεκινήσω το γύρο μου. Πέμπτη, έκτη, εβδόμη, και στο σημείο όπου ετοιμάζομαι να τραβήξω το δεξί paddle για άλλη μια φορά, φρενάρω δυνατά, σημαδεύω στο kerb στα δεξιά, προσπαθώ να περάσω από πάνω του όσο το δυνατόν περισσότερο, χωρίς να “πηδήξει” το μπροστινό μέρος. Προσγειώνομαι στην απέναντι μεριά της πίστας, με τη μία ρόδα στο γρασίδι, επιλέγοντας τη γραμμή που θα μου επιτρέψει να γλιτώσω τον περισσότερο δρόμο, η πίστα με φέρνει για άλλη μια φορά δεξιά, ξυστά από τον τοίχο. Τετάρτη, πέμπτη, έκτη…

Έβδομη θέση, τέταρτη σειρά εκκίνησης. Οι μηχανικοί με περιμένουν για σύσκεψη παρέα με τα πολύτιμα δεδομένα τους, όμως εγώ ξέρω ακριβώς τι πήγε στραβά.

Δεν πειράζει, όλα εδώ θα κριθούν. Μπροστά και πίσω μου στο γύρο σχηματισμού είναι δύο νέα παιδιά, που δεν τα ξέρω. Τους βλέπω να κουνούν το μονοθέσιό τους πέρα-δώθε, παραπάνω από ότι θα έπρεπε. Σημάδι ανυπομονησίας, της οποίας ελπίζω να μην πέσω θύμα στην πρώτη στροφή. Αλλά και πάλι, πόση ζημιά μπορεί να προκαλέσει ένας έφηβος;

Δεν έχω χρόνο όμως για να ασχοληθώ μαζί τους αυτήν τη στιγμή. Είμαι σταματημένος στο grid. Έχω παρκάρει ελαφρώς στραβά, με τη μύτη μου να κοιτάει την εξωτερική μεριά της πίστας. 18-37. 18-37. 18-37. Αυτοί είναι δύο αριθμοί που δεν πρέπει να ξεχάσω, για αυτό τους επαναλαμβάνω συνεχώς από μέσα μου. Είναι οι γύροι στους οποίους θα σταματήσω για ελαστικά.

Τρία κόκκινα φώτα. Το δάχτυλό μου είναι έτοιμο στο συμπλέκτη. Πέντε κόκκινα φώτα. Ο κινητήρας έχει ανεβάσει στροφές. Νιώθω τη ζεστασιά του στην πλάτη μου, και τις δονήσεις του βαθιά στο στήθος μου.

Είμαι έτοιμος. Εσείς είστε;