Οι διαδικασίες μεταφοράς εξουσίας στη Formula1 έχουν από μόνες τους ένα τεράστιο ενδιαφέρον, όμως άλλο τόσο έχει η προσπάθεια εξήγησης για το κίνητρο του κάθε εμπλεκόμενου. Για χρόνια όλος ο κόσμος που είχε κάποια εμπλοκή με τη Formula1 θεωρούσε πως ήταν και θα ήταν για πάντα απολύτως ταυτισμένη με τον Bernie Ecclestone. Τα πράγματα, όμως, στο κόσμο των επιχειρήσεων αλλάζουν ανάλογα με τα συμφέροντα και ο Ecclestone δεν μπορεί να χαρακτηριστεί σε καμία περίπτωση συναισθηματικός όταν μπαίνει στη μέση το χρήμα. Τι ήταν αυτό, άραγε, που έκανε τον διάσημο Βρετανό να φύγει από την κεντρική εξουσία του σπορ; Όλα αυτά δεν είναι τίποτα παρά μόνο μια υποκειμενική εκτίμηση, αλλά…
Όλη η υπόθεση ξεκινάει από το πώς είχε καταφέρει ο Bernie να κάνει τη Formula1 να έχει επιχειρηματικό νόημα. Σε γενικές γραμμές, το μοντέλο που είχε εδραιωθεί μπορεί να περιγραφεί απλοϊκά ως εξής:
Η Formula1 συγκέντρωνε χρήματα από διάφορες πηγές. Σχεδόν το 1/3 από τα έσοδά της προερχόταν από την πληρωμή των τηλεοπτικών δικαιωμάτων. Ένα 15% έφτανε μέσω χορηγών που αναφέρονταν απευθείας στην F1 κι ένα 17% από εισιτήρια φιλοξενίας στους αγώνες. Το υπόλοιπο 1/3, όμως, και κατά καιρούς ελαφρώς μεγαλύτερο προερχόταν από τα δικαιώματα που πλήρωναν οι πίστες για να διοργανώνουν αγώνες F1.
Οι ομάδες, από την άλλη, είχαν το δικό τους μοντέλο είσπραξης, στο οποίο αυτό που ενδιαφέρει εδώ είναι πως πάνω από το 1/3 (και ίσως άνω του 35%) προερχόταν από το μοίρασμα των κερδών βάσει απόδοσής τους. Το ποσό αυτό άγγιζε ακόμα και το 68% επί των κερδών της F1 (επί του οποίου, όπως είπαμε πιο πριν, τα βασικότερα έσοδα ήταν από τα τηλεοπτικά δικαιώματα και τα δικαιώματα από τις πίστες).
Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι δύο από τους βασικούς παράγοντες δημιουργίας εσόδων για την F1 και τις ομάδες ήταν εδώ και χρόνια τα τηλεοπτικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των πιστών. Για καιρό ο Bernie είχε καταφέρει να φέρνει στο ταμείο τα απαραίτητα έσοδα, όμως καθώς περνούσαν τα χρόνια η άλλη πλευρά, δηλαδή αυτών που πλήρωναν αυτά τα χρήματα στην F1, δυσκολευόταν να δει το κέρδος πίσω από αυτή την επένδυση.
Στον χώρο της τηλεόρασης το σκηνικό άρχισε να μπερδεύεται τελείως, καθώς έμπαινε όλο και περισσότερο στη ζωή των τηλεθεατών η συνδρομητική τηλεόραση, οι ψηφιακές on-demand υπηρεσίες, η πειρατεία και η πτώση των διαφημιστικών εσόδων για τα κανάλια. Στην περίπτωση αυτή η διαδικασία ήταν σχετικά πιο απλή: ο επιχειρηματίας έβαζε κάτω τα νούμερα κι έλεγε στην F1 ότι το προϊόν συμφέρει ή δεν συμφέρει σε αυτήν την τιμή, γιατί μπορούσε να δει το ανταποδοτικό όφελος στο ταμείο, ποσοτικά.
Στην περίπτωση των δικαιωμάτων από τις πίστες, η υπόθεση είναι κάπως πιο… πολιτική. Ταυτόχρονα με την απαίτηση για πολύ υψηλό τίμημα για το δικαίωμα διοργάνωσης αγώνα, η F1 απαιτούσε από τις πίστες να περιορίζουν τις πηγές των εισοδημάτων τους. Για παράδειγμα, οι μεγάλοι χορηγοί που βλέπαμε στις πίστες ήταν πελάτες της F1 και όχι της πίστας. Τα έσοδα της φιλοξενίας κατέληγαν επίσης στην F1, όπως και αυτά από τα τηλεοπτικά δικαιώματα. Συνεπώς, η πίστα έμενε πρακτικά μόνο με τη δυνατότητα εσόδων από τα εισιτήρια των επισκεπτών. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι τιμές των εισιτηρίων να ανεβαίνουν με τα χρόνια, ώστε να καλύψουν τα επίσης αυξανόμενα κόστη απόκτησης του δικαιώματος αγώνα.
Με απλά λόγια… η F1 εκτιμούσε πόσα ήθελε, επέβαλλε αυτό το τίμημα στις πίστες και αυτές έτρεχαν να μαζέψουν όσα μπορούσαν από τις περιορισμένες πηγές εσόδων τους. Το μοντέλο αυτό για τις πίστες δεν ήταν σχεδόν ποτέ κερδοφόρο, ή τουλάχιστον τα κέρδη ήταν μικρά σε σχέση με το επιχειρηματικό ρίσκο και την προσπάθεια. Η συνηθέστερη περίπτωση ήταν μια σύμπραξη ιδιώτη και κράτους, σε σχήματα που στηρίζονταν στην κρατική ενίσχυση για το υπόλοιπο του ποσού που δεν ήθελε να βάλει από την τσέπη του ο επιχειρηματίας. Αντάλλαγμα γι’ αυτό (αυτή είναι η αθώα εκδοχή…) θα ήταν η προβολή της περιοχής και της χώρας, αλλά και τα παρελκόμενα έσοδα από την τόνωση της τοπικής οικονομίας, λόγω διοργάνωσης του αγώνα. Το πρόβλημα, όμως, ήταν ότι καθώς περνούσαν τα χρόνια οι παραδοσιακές δυνάμεις του σπορ (π.χ. Γερμανία, Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Ισπανία κτλ) ένιωθαν πως δεν χρειάζονταν πρακτικά αυτό το γεγονός για να προβάλλουν τη χώρα τους ετησίως και άρα δυσκολεύονταν να δικαιολογήσουν την επένδυση. Το κόλπο κράτησε λίγο παραπάνω με την επέκταση της F1 σε νέες χώρες (π.χ. Ινδία, Αζερμπαϊτζάν, Τουρκία κτλ), οι οποίες έβλεπαν ακόμα οφέλη σε τέτοιες επενδύσεις προβολής. Καθώς φαίνεται, όμως, αυτό αποτελούσε απλά μια καθυστέρηση στο αναπόφευκτο: το τίμημα των αγώνων έφτασε σε τέτοια σημεία (κάπου $30-40εκ), που δύσκολα οι χώρες δικαιολογούσαν τέτοια σπατάλη κρατικού χρήματος.
Με κάποιο τρόπο ο Bernie είχε καταφέρει να κάνει τους πάντες να πληρώνουν την F1 και αυτή να μένει κερδοφόρα, ενώ έφερνε αυτούς στα όριά τους, ελπίζοντας το πολύ σε ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς. Αυτό είχε να κάνει με τον τρόπο ανάπτυξης ορισμένων κρατών, την εξάπλωση των εργοστασίων των αυτοκινητοβιομηχανιών και τα συμφέροντά τους ανά τον κόσμο (και ξαναλέμε, μιλάμε για την «αθώα» εκδοχή συμφερόντων και δεν επεκτεινόμαστε σε διαπλοκή, βρώμικο χρήμα κτλ για τα οποία, άλλωστε δεν έχουμε στοιχεία). Κάποια στιγμή, όμως, ο Bernie είδε ότι το μοντέλο αυτό δεν πήγαινε άλλο. Από νωρίς, λοιπόν, και χωρίς να μπει στη διαδικασία να κάνει επιπλέον επενδύσεις στην F1, επιχείρησε την αναίμακτη έξοδό του από το σπορ (μπορείτε να διαβάσετε περισσότερα γι’ αυτό στο σχετικό μας άρθρο εδώ).
Την κόπρο του Αυγείου καλείται, πλέον, να καθαρίσει η «φιλότιμη» Liberty Media, που αλλάζει τελείως το σκηνικό, με την εισαγωγή δικών της υπηρεσιών μετάδοσης αγώνων (σημείο τριβής με τα τηλεοπτικά δίκτυα και τους κατόχους δικαιωμάτων προβολής F1) και το τόλμημα να ανοίξει την υπόθεση των δικαιωμάτων των πιστών, συζητώντας πλέον ανοιχτά νέα μοντέλα. Λαμβάνοντας ως δεδομένο (ή ως υπόθεση εργασίας…) ότι ο -δαιμόνιος και γνώστης όλων των σχετικών ισορροπιών- Ecclestone δεν είχε πρόθεση να βγει ποτέ στη σύνταξη και το ότι δεν βρήκε ο ίδιος έναν τρόπο να συνεχίσει ένα βιώσιμο μοντέλο για την F1, δημιουργούνται ερωτηματικά για το πόσο εφικτό είναι το εγχείρημα της Liberty Media. Για το καλό του σπορ και για το καλό των οπαδών του, ευχόμαστε στους Αμερικανούς καλή επιτυχία.