Είναι κάποιο μονοθέσιο ξεκάθαρα μπροστά;
Σε μία πίστα όπως η Βαρκελώνη, που όπως έχουμε αναφέρει παλιότερα αποτελεί το απόλυτο τεστ για το συνδυασμό οδηγού-αυτοκινήτου, οι Ferrari και Mercedes έδειξαν ότι παίζουν σε σχεδόν ίσους όρους τόσο σε κατατακτήριες όσο και αγώνα. Η Mercedes μπορεί να πήρε την Pole το Σάββατο, όμως η διαφορά μεταξύ Hamilton και Vettel ήταν μικρότερη του ενός δεκάτου, συν ότι ο Γερμανός έχασε χρόνο από δική του ευθύνη στο τελευταίο sector.
Σε ρυθμό αγώνα, το πλεονέκτημα της Ferrari στη διαχείριση ελαστικών υπάρχει ακόμα, όμως δεν είναι τόσο μεγάλο πια. Ο Vettel δεν μπόρεσε να ανοίξει μεγάλη διαφορά από το Hamilton στο πρώτο stint, όπου η Mercedes δυσκολεύεται περισσότερο. (Όταν το μονοθέσιο είναι βαρύτερο, τα προβλήματα στη φθορά των ελαστικών εντείνονται). Ο Βρετανός μπορεί να ακολουθούσε με δυσκολία μεν και από απόσταση ασφαλείας, αλλά ακολουθούσε. Επιπλέον, η Mercedes κατάφερε να κρατήσει τα μαλακά ελαστικά αρκετά ζωντανά στο τέλος του αγώνα ώστε να μην αφήσει το Vettel να πλησιάσει επικίνδυνα. Ο Seb πήρε με κάποιο τρόπο 2.2 δευτερόλεπτα από το Hamilton στον πρώτο γύρο, και μέχρι να μπει στα pits, η διαφορά στο γυρολόγιό τους δεν ξεπέρασε τα 3 δέκατα (2ος γύρος). Στο τέλος του πρώτου stint, τα μονοθέσια απείχαν 2.1 δευτερόλεπτα.
Σε αυτό το σημείο, μπορούμε να υποθέσουμε πως το αρχικό σχέδιο του Vettel ήταν η στρατηγική τριών pit stop, ενώ του Hamilton δύο. Ο Βρετανός μπήκε για αλλαγή σε μεσαία γόμα στον 22ο γύρο. Από τον 23ο και μετά όταν ο Hamilton είχε φρέσκια μεσαία και ο Seb μαλακή (χρησιμοποιημένη για 7 γύρους), o Βρετανός κέρδισε 1.9 δευτερόλεπτα στον 23ο γύρο και άλλα 2 στον 24ο. Αυτό ήταν το σημείο όπου ο Vettel πάλευε με το Bottas. Μόλις o Γερμανός απαλλάχτηκε από τη δεύτερη Mercedes, μπόρεσε αργά και σταθερά να αυξήσει τη διαφορά από το Lewis κατά 4.5 δευτερόλεπτα, από την αρχή του 25ου γύρου μέχρι και τον 35ο.
Τότε ήταν που είχαμε είσοδο και των δύο πρωταγωνιστών στα pits, με το Hamilton να το κάνει στο τέλος του Εικονικού Αυτοκινήτου Ασφαλείας, εξανεμίζοντας το πλεονέκτημα που είχε χτίσει η Ferrari. O Seb μπήκε ένα γύρο μετά (HAM-37, VET-38). Τώρα, οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Μεσαία ελαστικά για τη Ferrari, μαλακά για τη Mercedes, και 28 γύροι για το τέλος. Το ερώτημα ήταν, θα αντέξουν τόσο τα μαλακά της Mercedes σε συνθήκες πίεσης;
To προσπέρασμα του Hamilton στο Vettel πραγματοποιήθηκε στην αρχή του 44ου γύρου. Από τότε μέχρι και τον τερματισμό, οι δύο πρωτοπόροι αντάλλασσαν γρήγορους γύρους, χωρίς να υπάρχει κάποια σημαντική αυξομείωση. Από τον 45ο μέχρι και τον 66ο γύρο, ο Lewis ήταν 11 φορές ταχύτερος του Seb, ενώ ο Γερμανός έκανε ταχύτερο χρόνο στους υπόλοιπους. Η διαφορά τους αυξανόταν με σχετικά αργό ρυθμό, φτάνοντας μέχρι και τα 4.4 δευτερόλεπτα, ενώ κατέληξε στα 3.4 όταν τερμάτισαν.
Αυτό το κομμάτι του αγώνα ήταν αρκετά ενδιαφέρον, καθώς η Mercedes έδειξε ότι δεν φοβόταν για κάποια πτώση στην απόδοση των ελαστικών της προς το τέλος. Ο Hamilton ήταν ικανός να διαχειριστεί τη διαφορά του από το Vettel, και απαντούσε σε κάθε προσπάθεια του Γερμανού να μειώσει τη διαφορά.
Παράδειγμα: 58ος και 59oς γύρος, ταχύτερος ο Vettel κατά 1 και 7 δέκατα αντίστοιχα. 60ος γύρος, ταχύτερος ο Hamilton κατά σχεδόν 1 δευτερόλεπτο. 61-63 Vettel, 64 Hamilton (ταχύτερο πέρασμα του αγώνα).
Βλέπουμε λοιπόν πως ο Lewis είχε αρκετή ζωή στα ελαστικά του για να ανταποκριθεί σε ενδεχόμενη επίθεση του Vettel, και επαναλαμβάνουμε, με μαλακά ελαστικά σε μία πίστα γνωστή για τη φθορά της.
Η σχετική ταχύτητα ανάμεσα σε Hamilton και Vettel στο Ισπανικό Grand Prix εξαρτήθηκε από τις επιλογές των ελαστικών τους και τη φθορά που είχαν τη δεδομένη στιγμή. Και οι δύο ομάδες, μας έδωσαν δύο πάρα πολύ θετικές απαντήσεις:
Η Ferrari δε δυσκολεύεται με τις σκληρότερες γόμες. Ένα μονοθέσιο που είναι ελαφρύ με τη χρήση των ελαστικών του, έχει την τάση να ζορίζεται όταν φοράει “κούτσουρα”. Η Ferrari, μπορεί να χρησιμοποίησε τη μεσαία γόμα μόνο για το τελευταίο stint, και σε συνθήκες με αρκετή ζέστη (που βοηθάει), όμως ο ρυθμός της ήταν πολύ καλός.
Η Mercedes δείχνει να έχει λύσει σε κάποιο βαθμό τα προβλήματα με τη φθορά των ελαστικών που αντιμετώπιζε στους πρώτους αγώνες. Οι αναβαθμίσεις της ομάδας στόχευαν στη μείωση του συνολικού βάρους (κάτι που έχουμε τονίσει στα τεχνικά μας άρθρα ότι είναι επιβαρυντικός παράγοντας) και στη συνολική σταθερότητα. Όσο πιο σταθερό είναι ένα μονοθέσιο, και όσο περισσότερη κάθετη δύναμη παράγει, τόσο λιγότερο γλιστράει επάνω στην επιφάνεια της πίστας. Άρα δεν φθείρει και τα ελαστικά του.
Η Ισπανία ήταν το πρώτο μεγάλο τεστ για το ποιος είναι πραγματικά μπροστά. Και χαιρόμαστε που δεν έβγαλε ξεκάθαρο νικητή. Αν ήταν να κάνουμε κάποια τοποθέτηση, θα λέγαμε πώς η Mercedes έχει το πλεονέκτημα της καθαρής ταχύτητας, ενώ η Ferrari είναι πιο σταθερή και προσαρμόσιμη στο γυρολόγιό της.